Η Δημοκρατία σε στύση
By
Οι ένδοξες φλόγες
Με αφορμή τα παστίτσια των ημερών, αναρωτιέσαι τελικά αν πένεται πιο πολύ το στομάχι ή το πνεύμα μας. Μείναμε πίσω, με τα δανεισμένα τζιπ, τα πολυτελή πατώματα, το ενυδρείο που λαχταρούσες και στο πήρα με την κάρτα που κάλυψε άλλες δύο προηγούμενες. Από το όνειρο στην υποχρέωση κι από εκεί στην υπερχρέωση. Και μετά στην ένδεια. Φτώχεια υλικών και περισσότερο άυλων αγαθών και δικαιωμάτων. Μη μιλάς. Μην εκφράζεσαι ελεύθερα. Μην απεργείς. Και το κυριότερο: μη σκέφτεσαι.
Τις προάλλες πήγα να δώσω το αίμα μου και για πρώτη φορά δε μου ζήτησαν να τους πω σε ποια ομάδα ανήκω. Το ρέζους Ελληνικό τούς έφτανε. Ήταν άλλωστε αιμοδοσία για την αρία φυλή των Ελλήνων και μόνο, όπως μου ξεκαθάρισαν. Πιο κάτω, στις βιτρίνες των άδειων καταστημάτων, έβλεπες σε αράδες τηλεοράσεις, που είχαν ξεμείνει απούλητες, το πρώτο επεισόδιο της αλλαγής. Σφαλιάρες, γροθιές και νούμερα στα τηλεοπτικά ρινγκ. Ναι, γεια σας. Να ρωτήσω, η Δημοκρατία θα αλλάξει σε άτοκες δόσεις βίας;
Ξαφνικά, όλοι άρχισαν να τρέχουν γύρω μου με σημαιάκια που έγραφαν “Ολυμπιάδα και με τη ΒΟΥΛΑ”. Μια Ελληνίδα ολυμπιονίκης λέει έκανε black χιούμορ για τους black ανθρώπους. Και την τιμώρησαν. Και το Έθνος ξεσηκώθηκε αμυνόμενο περί της πατρίδος και της διάδοσης του αρχαίου πνεύματος, του αθάνατου, του ωραίου και του αληθινού. Γαμώτο, ένα κουνούπι με τσίμπησε και μου απέσπασε την προσοχή. Ελπίζω τουλάχιστον να μην ήταν του Νείλου.
Λίγα στενά παραπέρα, είδα δεκάδες τραπέζια να πετάγονται ψηλά, σαν περίεργα πουλιά τετράποδα που είχαν για φτερά τραπεζομάντιλα. Κάτω από την περίεργη αυτή πτήση, στέκονταν αγέρωχα τα παιδιά με τις μαύρες μπλούζες. Ξοπίσω τους, άνθρωποι που δήλωναν μικροπωλητές, έτρεχαν τρομαγμένοι προς μπερδεμένους δρόμους. Δεν ήξεραν πια αν οι αστυνομικοί αλλάξανε φορεσιά και ήρθαν να τους τιμωρήσουν. Δεν ήξεραν ποιος επιβάλλει την Τάξη. Και χάθηκαν ατάκτως.
Έξω από ένα ημιταλαιπωρημένο νεοκλασικό κοντοστάθηκα. Είπα να πάρω μιαν ανάσα δημιουργίας. Καθώς ανασήκωσα το βλέμμα, ανέγνωσα στην ταμπέλα που πηγαινοερχόταν: “ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΥΡΕΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΛΛΗΝΕΣ”. Η συνεύρεση των ανθρώπων έγινε σκέτο εύρεση. Εργασία για Έλληνες. Δουλειές καθώς ταιριάζουν σε Έλληνες και Έλληνες καθώς ταιριάζουν σε δουλειές. Μάλλον τελικά, δουλευόμαστε.
Τώρα που το θυμήθηκα, μιλώντας για συνεύρεση, ανθρώπους κι εξουσία, μου ήρθε στο νου η συνουσία. Και τα προκαταρκτικά της. Στον καφενέ απέναντι οι άνθρωποι γελάνε ρίχνοντας σχεδόν κάτω τα φλιτζάνια τους. ΕΛΑ ΝΑ ΜΟΥ ΤΟΝ ΓΛΥΨΕΙΣ ΤΟΝ ΕΧΩ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ αναγράφεται στην καπνισμένη οθόνη με bold γραμματοσειρά. Τάδε έφη ο θεσμός του Προέδρου της Βουλής. Και ξάφνου, μετά από δευτερόλεπτα πολιτειακού χρόνου, σαν σε πρόωρη εκσπερμάτωση ελευθερίας, διαβάζω για τον σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πειραιώς και πάσης μαλακίας ότι απαγορεύει τα τσιμπούκια. Κι εσύ ακόμα μου λες να μη διαχωριστεί η Εκκλησία από το Κράτος.
Και κάπως έτσι δημοκρατικά ερεθισμένος, αποχώρησα. Τοίχο-τοίχο.
Σχολιάστε το άρθρο!